"Την ιστορία μελέτα παιδί μου, γιατί έτσι όχι μόνο τον εαυτό σου και τη ζωή σου θα κάμεις ένδοξη και χρήσιμη στην ανθρώπινη κοινωνία, αλλά και το μυαλό σου οξυδερκέστερο και διαυγέστερο...Ιπποκράτης"

Σχετικά ποιήματα




  • Ο ποιητής Χρήστος Χρηστοβασίλης δημοσίευσε ποίημα, ειδικά για την περίσταση, αναφέροντας μεταξύ άλλων:
 
 
Δεν ήρθε πρώιμα η άνοιξη κι ουδέ το καλοκαίρι
Χαιρόμαστε, χορεύουμε και ψιλοτραγουδούμε,
Γιατί ελευτερωθήκανε, Αϊτέ, τα Γιάννινα μας.

  • Ο Γεώργιος Σουρής έγραψε στο "Ρωμηό" ανάλογο ποίημα.
 
Τα πήραμε τα Γιάννινα
Μάτια πολλά το λένε,
όπου γελούν και κλαίνε.
Το λεν πουλιά των Γρεβενών
κι αηδόνια του Μετσόβου…


  • ΔΗΜΟΤΙΚΑ


Για βγάτ’ εσείς οι Αρτινές κι εσείς καλές κυράδες,
γιατί θα γίνει πόλεμος και θα πιαστεί ντουφέκι.
πέφτουν κανόνια του Βολμή, κανόνια τ΄ Σκαλτσογιάννη,
ούλες οι ράχες καίγονται κι ούλα τα καραούλια,
κι αυτήν – η ράχη του Σκαλτσά ρίχνει αδιακόπως.
Το Γερμανό τον βούλωσε, τον έχει βουλωμένον.
Γερμανικά εφώναξε, γερμανικά φωνάζει:
- Πασιά μου, τράβα το στρατό και στα Πεστά να πάμε. 
γιατί θα γίνει πόλεμος και θα πιαστεί ντουφέκι.
πέφτουν κανόνια του Βολμή, κανόνια τ΄ Σκαλτσογιάννη,
ούλες οι ράχες καίγονται κι ούλα τα καραούλια,
κι αυτήν – η ράχη του Σκαλτσά ρίχνει αδιακόπως.
Το Γερμανό τον βούλωσε, τον έχει βουλωμένον.
Γερμανικά εφώναξε, γερμανικά φωνάζει:
- Πασιά μου, τράβα το στρατό και στα Πεστά να πάμε. 
γιατί θα γίνει πόλεμος και θα πιαστεί ντουφέκι.
πέφτουν κανόνια του Βολμή, κανόνια τ΄ Σκαλτσογιάννη,
ούλες οι ράχες καίγονται κι ούλα τα καραούλια,
κι αυτήν – η ράχη του Σκαλτσά ρίχνει αδιακόπως.
Το Γερμανό τον βούλωσε, τον έχει βουλωμένον.
Γερμανικά εφώναξε, γερμανικά φωνάζει:
- Πασιά μου, τράβα το στρατό και στα Πεστά να πάμε. 



Εσείς βουνά του Γρίμποβου, βουνά της Μανωλιάσας,
λίγου να χαμπηλώσιτι κανα ντουφέκι τόπου,
για να φανούν τα Γιάννινα, το έρημου Μπιζάνι,
πώς πολεμούν οι Έλληνες μι τους Τουρκαρβανίτις.
Πέφτουν κανόνια σαν βρουχή, ουβίδες σαν χαλάζι
Κι αυτά τα λιανουτούφικα σαν άμμους της θαλάσσης. 
λίγου να χαμπηλώσιτι κανα ντουφέκι τόπου,
για να φανούν τα Γιάννινα, το έρημου Μπιζάνι,
πώς πολεμούν οι Έλληνες μι τους Τουρκαρβανίτις.
Πέφτουν κανόνια σαν βρουχή, ουβίδες σαν χαλάζι
Κι αυτά τα λιανουτούφικα σαν άμμους της θαλάσσης. 
λίγου να χαμπηλώσιτι κανα ντουφέκι τόπου,
για να φανούν τα Γιάννινα, το έρημου Μπιζάνι,
πώς πολεμούν οι Έλληνες μι τους Τουρκαρβανίτις.
Πέφτουν κανόνια σαν βρουχή, ουβίδες σαν χαλάζι
Κι αυτά τα λιανουτούφικα σαν άμμους της θαλάσσης. 



Κρητικόπουλο ψυχομαχεί στου Μπιζανιού τη ράχη
Δεν έχει μάνα να τον κλαίει, κύρη να τον λυπάται,
ούτε αδερφό ουτ΄αδερφή να τον ψυχοπονάται,
μόνο το δεκανέα ντου κι εκείνος τον λυπάται.
- Σηκώσου, στρατιώτη μου, κι αντρείο παλικάρι,
να πάρεις το τουφέκι σου να πάμεν- ε στη μάχη,
τσι Τούρκους να νικήσομε κι ύστερα να ποθάνεις.
Για να’χω ώρα πλειότερη το μνήμα σου να σκάψω
και σαν αντρείο Κρητικό να κάτσω να σε κλάψω.

- Παρακαλώ σας, βρε παιδιά κι αντρεία παλικάρια,
το μνήμα μου να σκάψετε στο μπλιο ψηλό χαράκι,
για να θεωρώ τσι κανονιές, που’ρχοντ’ απ΄το Μπιζάνι,
να βλέπω και τα Γιάννενα, τη λίμνη τη μεγάλη.
Κι αν πάτε και στον τόπο μου, να πείτε τση μαμάς μου,
τση μπλια καλής ξαδέρφης μου και τσ΄αγαπητικάς μου,
πέτε τσης πως παντρεύτηκα στου Μπιζανιού τη ράχη.
Την πλάκα πήρα πεθερά, τη μαύρη γης γυναίκα
και τα σφαιρίδια κανονιού αδέρφια κι αξαδέλφια.
Κι όντεν ασπρίσ’ ο κόρακας και γίνει περιστέρι,
Τότε κι εμείς δα σμίξομε, φίλοι μου μπιστεμένοι. 





Εψές ήμουν στα Γιάννενα κι αντίκρια στο Μπιζάνι
κι ακού ντουφέκια πόπεφταν, κανόνια που βροντάνε.
-Μήνα σε γάμο πέφτουνε, μήνα σε πανηγύρι;
-Μήδε σε γάμο πέφτουνε, μηδέ σε πανηγύρι,
παρά ειν’ ο ελληνικός στρατός και πολεμάει τους Τούρκους.
Εσάτ’ πασάς εφώναξε, του Κωνσταντίνου λέει:
-Πάψε Κώστα μ’, τον πόλεμο, πάψε και το ντουφέκι,
δικά σ΄είναι τα Γιάννενα, δικό σ’ και το Μπιζάνι,
δική σου και η Πρέβεζα με τους χρυσούς μπαξέδες
και ‘ γω σκλάβος σου γένομαι με τριανταδυό χιλιάδες,
και το δικό μου το σπαθί στα χέρια σου το δίνω.






Απ΄έξω από τα Γιάννενα, σ΄ένα ψηλό κλαδί,
ένα πουλάκι κάθονταν και γλυκοκελαηδούσε.
- Ανοίχτε στράτα διάπλατη και στράτα μυρωμένη,
γιατί έρχεται η Ελευτεριά η Κυρά με τ΄άνθη στολισμένη





Επήραμε τα Γιάννενα και τη Θεσσαλονίκη
και στην Κωνσταντινούπολη δα τελειώσ’ η νίκη.
Να πα να τελειώσομε τη Θεία Λειτουργία,
απού ‘ ναι ατελείωτη εις την Αγια- Σοφία.
- Δος τηνε δα, σουλτάνε μου, και μην τηνε λυπάσαι,
γιατί δα σου την πάρομε και δα παραπονάσαι.
Γιατί δα σου την πάρουνε οι Κρήτες κι οι ευζώνοι,
που πολεμού μερού – νυχτού στο παγωμένο χιόνι.
Κι αυτοί δε λογαριάζουνε κρυγιότες μηδέ σφαίρες,
γιατί πολλά εβάψανε ετουτεσάς τσι μέρες.
Επήραμε τα Γιάννενα, την Πόλη θέμε ακόμη,
να πα να λειτρουήσουνε οι δεσποτάδες όλοι. 






Την Τυρινή την Αποκριά, Πέφτη το μεσημέρι,
Ήρθεν απού τα Γιάννενα ολόχρυσο χαμπέρι.
Και γράφει το Παράρτημα: «Ήπεσε το Μπιζάνι
και είπε κι ο Εσάτ πασάς πόλεμο μπλιο δεν κάνει».
Δόξα στον ύψιστο Θεό, δόξα στον Αΐ-Γιάννη,
που πήραμε τα Γιάννενα μαζί με το Μπιζάνι.
Ήταν αιτία κι αφορμή ο μέγας Βενιζέλος,
να μας τον ζήσει ο Θεός, που σφάλιξε το τέλος

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου